Αν και οι άνθρωποι αποψιλώνουν εδώ και δεκαετίες τα δάση, που αποτελούν πολύτιμο σύμμαχο στην προσπάθεια αντιμετώπισης των επιπτώσεων της υπερθέρμανσης του πλανήτη, η φύση φαίνεται ότι αντεπιτίθεται με το δικό της τρόπο.
Αυτό τουλάχιστον δείχνει πρόσφατη μελέτη που έδωσε στη δημοσιότητα ομάδα επιστημόνων από το πανεπιστήμιο του Ελσίνκι και το πανεπιστήμιο Ροκφέλερ στη Νέα Υόρκη, σύμφωνα με την οποία η πυκνότητα των δασών αυξάνει, από τη λεκάνη του Αμαζονίου μέχρι την Ινδονησία.
Δεν είναι τυχαίο ότι η μελέτη με τίτλο «Μια ανάλυση σε εθνικό και διεθνές επίπεδο της μεταβαλλόμενης πυκνότητας των δασών», χαρακτηρίστηκε ως «Η Μεγάλη Ανατροπή», αφού αποκαλύπτει ότι «από τις 68 χώρες που μελετήθηκαν στις 45 η καλυμμένη με δάση επιφάνεια αυξήθηκε», όπως τόνισε ο καθηγητής στο πανεπιστήμιο του Ελσίνκι και ένας από τους συγγραφείς της μελέτης, Πέκα Κάουπι.
Ο διευθυντής στο πανεπιστήμιο Ροκφέλερ, Τζέσι Άσιουμπελ, και επίσης συγγραφέας της μελέτης τόνισε ότι «τα δάση που μεγαλώνουν σε σχεδόν 50 χώρες από αυτές που μελετήθηκαν ενδέχεται να σηματοδοτούν μία ευπρόσδεκτη και αναγκαία αποκατάσταση», ιδιαίτερα αν αναλογιστεί κανείς ότι στη μελέτη αντιστοιχεί το 72% των δασικών εκτάσεων του πλανήτη.
Οι ερευνητές εξέτασαν τις εξελίξεις κατά την περίοδο 1900-2010 και διαπίστωσαν ότι σε πολλές χώρες από τη Φινλανδία μέχρι τη Μαλαισία η πυκνότητα των δασών αυξήθηκε αρκετά γρήγορα, ώστε να αντισταθμίσει την κατακράτηση διοξειδίου του άνθρακα, που προκάλεσε η αποδάσωση για λόγους υλοτομίας, αγροκαλλιεργειών ή δόμησης.
Η πυκνότητα των δασών στην Ευρώπη αυξήθηκε σε ποσοστό μεγαλύτερο του 6% την τελευταία δεκαετία, 0,8% στη Νότια Αμερική, 1,1% στην Αφρική, ενώ αύξηση σημείωσαν και στη Βόρεια Αμερική.
«Η αντιστροφή συνέβη πολύ νωρίτερα στην Ευρώπη, μετά λίγο αργότερα στη Βόρεια Αμερική και τώρα εξαπλώνεται και σε ορισμένα μέρη της Ασίας», διευκρινίζει ο επικεφαλής συγγραφέας της μελέτης και καθηγητής στο πανεπιστήμιο του Ελσίνκι, Άαπο Ραουτιάινεν.
Οι περιβαλλοντολόγοι ωστόσο δεν συμφωνούν και επισημαίνουν ότι μεγάλο ποσοστό της αύξησης οφείλεται σε πελώριες καινούργιες φυτείες μονοκαλλιεργειών.
Για παράδειγμα στην Κίνα, το φιλόδοξο πρόγραμμα αναδάσωσης πρόσθεσε τα τελευταία δέκα χρόνια τριάντα δισεκατομμύρια στρέμματα τον χρόνο στις δασικές εκτάσεις της χώρας, αλλά πρόκειται, κατά κύριο λόγο, για ένα μόνο είδος, τον ευκάλυπτο.
Ο Μπούσταε Μάιταρ, ο οποίος συμμετέχει στην εκστρατεία της Greenpeace για τα τροπικά δάση της βροχής στην Ινδονησία, ανησυχεί για τις απώλειες βιοποικιλότητας και εξηγεί «βεβαίως και κατακρατείται διοξείδιο του άνθρακα, αλλά πρόκειται κυρίως για φυτείες που θα αποφέρουν ξυλεία. Οικολογικά, αυτές οι φυτείες είναι πολύ διαφορετικές από το δάσος. Η λύση είναι να σταματήσουμε να αποψιλώνουμε τα φυσικά δάση».
Την προηγούμενη εβδομάδα, σε διεθνές συνέδριο το οποίο φιλοξενείτο στο Κονγκό-Μπραζαβίλ, ο πρόεδρος της χώρας ανακοίνωσε πρωτοβουλία για φύτευση δέντρων σε 10 δισεκατομμύρια στρέμματα, μέχρι το 2020. Ωστόσο, το κυριακάτικο φύλλο της βρετανικής εφημερίδας «Ιντιπέντεντ» έλαβε υπόμνημα από τη μη κυβερνητική οργάνωση Global Witness ότι η χώρα ήδη «προορίζει σχεδόν το 80% των δασικών εκτάσεών της για υλοτομία».
«Είναι πάντα δύσκολη η εναρμόνιση με τους άλλους στόχους για το δάσος. Πρέπει να υπηρετείται η ομορφιά ενός τοπίου, η βιοποικιλότητα, η δασοπροστασία, πολλά πράγματα. Πρέπει να υπάρχει εξισορρόπηση, αλλά το να προϋπολογίζουμε το διοξείδιο του άνθρακα είναι σημαντικό», τονίζει ο καθηγητής Πέκα Κάουπι.